Κατά το άρθρο 1521 του ΑΚ «Η διοίκηση των γονέων δεν εκτείνεται και στα περιουσιακά στοιχεία που περιέρχονται στο τέκνο από διάταξη τελευταίας βούλησης, ή από δωρεά, με τον όρο να μην έχουν τη διοίκησή τους οι γονείς.
Αν ο διαθέτης ή ο δωρητής δεν ορίσει το πρόσωπο που θα έχει τη διοίκηση αυτών των περιουσιακών στοιχείων, το δικαστήριο διορίζει ειδικό επίτροπο. Αν στη διάταξη της τελευταίας βούλησης ή στη δωρεά ορίζεται να μην έχει τη διοίκηση ο ένας από τους γονείς, η διοίκηση ανήκει, σε περίπτωση αμφιβολίας, στον άλλο γονέα, ο οποίος και αντιπροσωπεύει το τέκνο, μόνος του στις σχετικές δίκες ή δικαιοπραξίες». Από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, το οποίο, όπως προκύπτει ερμηνευτικά αναφέρεται όχι απλώς στη διοίκηση αλλά στη διαχείριση της περιουσίας του τέκνου, που περιλαμβάνει τόσο τη διοίκηση με τη στενή έννοια όσο και την εκπροσώπηση που σχετίζεται με τη διοίκηση, προκύπτει ότι ο δωρητής ή διαθέτης, αποκλείοντας τη γενική διοίκηση (διαχείριση) μπορεί να ορίσει αυτός το πρόσωπο το οποίο θα διοικεί την εξαιρούμενη περιουσία, στην περίπτωση δε που δεν γίνει το τελευταίο θα πρέπει το δικαστήριο να ορίσει ειδικό επίτροπο. Και το πρόσωπο όμως το οποίο διορίζεται από τον δωρητή ή το διαθέτη ως διαχειριστής είναι ειδικός επίτροπος κατά την έννοια του νόμου και, συνεπώς, οι διατάξεις που ισχύουν για τον ειδικό επίτροπο εφαρμόζονται συμπληρωματικά και σε σχέση με το πρόσωπο αυτό. Το άνω άρθρο για τον αποκλεισμό των γονέων από τη διαχείριση των άνω περιουσιακών στοιχείων του ανηλίκου εφαρμόζεται όχι μόνο όταν ο δωρητής ή ο διαθέτης είναι τρίτο πρόσωπο, αλλά και όταν (δωρητής ή διαθέτης) είναι ο ένας από τους γονείς. Σ’ αυτή την περίπτωση, αν ο γονέας είναι διαθέτης, τότε ο άλλος γονέας θα αποκλεισθεί από τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων που κληρονόμησε το τέκνο με συνέπεια να τα διαχειρίζεται το πρόσωπο που ορίστηκε από τον ίδιο το διαθέτη ή από το δικαστήριο (αν δεν ορίστηκε από το διαθέτη αυτό) και να αποκλείεται εντελώς από τη διαχείρισή τους ο γονέας που επιζεί. Η επιθυμία δε του δωρητή ή του διαθέτη (είτε πρόκειται για τρίτον είτε πρόκειται για το γονέα) να μην έχουν τη διαχείριση της συγκεκριμένης περιουσίας οι γονείς (ή ο άλλος γονέας) δε χρειάζεται να εκφράζεται με ρητή δήλωση, αλλά αρκεί να συνάγεται, με σαφήνεια είτε από το δωρητήριο συμβόλαιο είτε από τη διάταξη τελευταίας βούλησης, όπως λ.χ. όταν διατυπώνεται η παράκληση το δικαστήριο να διορίσει ειδικό επίτροπο για την περιουσία που καταλείπεται πολύ δε περισσότερο όταν θα οριστεί τυχόν από το διαθέτη ή από το δωρητή συγκεκριμένο πρόσωπο ως διαχειριστής της περιουσίας που αφήνει στο τέκνο, ο οποίος θα είναι, όπως λέχθηκε, ειδικός επίτροπος, η παύση του οποίου (του προσώπου που ορίστηκε διαχειριστής από το διαθέτη ή το δωρητή) γίνεται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1651 ΑΚ, δηλ. όταν συντρέχει σπουδαίος λόγος, ιδίως αν το δικαστήριο κρίνει ότι η συνέχιση της επιτροπείας του μπορεί να θέσει σε κίνδυνο, λόγω παραμέλησης των καθηκόντων του ή για άλλο λόγο, τα συμφέροντα του ανηλίκου. Καθοριστικό, λοιπόν, κριτήριο είναι ο κίνδυνος των συμφερόντων του ανηλίκου στον οποίο (κίνδυνο) τίθενται αυτά (τα συμφέροντά του) από ανεπιτηδειότητα του επιτρόπου (ειδικού επιτρόπου-διαχειριστή), όπως λ.χ. αλόγιστες δαπάνες, διαχειριστικές ανωμαλίες, σφετερισμό περιουσίας του ανηλίκου, αμελής διαχείριση των περιουσιακών συμφερόντων αυτού (ανηλίκου), επιζήμιες ενέργειες εκείνου, αδικαιολόγητες και άμετρες δαπάνες του ίδιου σε βάρος της περιουσίας του ανηλίκου, η έλλειψη πείρας, η αγραμματοσύνη, σε κάθε περίπτωση πάντως το δικαστήριο πρέπει να πείθεται ότι, από συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις του επιτρόπου, δημιουργείται αντικειμενικά κίνδυνος για τα συμφέροντα του ανηλίκου, δηλ. να αναμένεται διακινδύνευση αυτών, από τη συνέχιση της διεξαγωγής της επιτροπείας (βλ. Ε. Koυνουγέρη-Μανωλεδάκη, Οικογ. Δίκ. εκδ. 1998, Τομ. ΙΙ, σελ. 239-242, Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, Αστικός Κώδιξ υπ` άρθ. 1521 σελ. 241253 και υπ’ άρθ. 1624 σελ. 471 επ., Β. Βαθρακοκοίλη, Το Νέο Οικογ. Δικ. εκδ. 1994 υπ` άρθ. 1624 σελ. 747, στη θέση του οποίου άρθρου 1624 τέθηκε το άνω άρθρο 1651 ΑΚ με το Ν. 2447 της 20/30.12.96 (ΦΕΚ 278/30.12.96).