ΑΡΘΡΑ

Δικαίωμα διατροφής συζύγου μετά τη διακοπή της συμβίωσης. Πότε δικαιούται ο/η σύζυγος διατροφή. – Τι θεωρείται εύλογη αιτία διακοπής της έγγαμης συμβίωσης. – Πως ρυθμίζονται οι περιουσιακές σχέσεις των συντρόφων βάσει Συμφώνου Συμβίωσης.

Κατά τον Αστικό Κώδικα λοιπόν, και συγκεκριμένα από το συνδιασμό των διατάξεων των άρθρων 1389, 1390 και 1391, 1493 πρκύπτει ότι οι σύζυγοι συνεισφέρουν από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, στα του κοινού οίκου και για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας. Το μέτρο της υποχρέωσης αυτής, η οποία προσδιορίζεται, ανάλογα με τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων, η αμοιβαία υποχρέωση των συζύγων για διατροφή τους η κοινή υποχρέωση αυτών για τη διατροφή των τέκνων τους και γενικά η υποχρέωση για συμβολή στη λειτουργία του κοινού οίκουΗ συνεισφορά αυτή των συζύγων γίνεται με την προσωπική τους εργασία τα εισοδήματα και την περιουσία τους έστω και απρόσοδης (βλ. ΟλΑΠ 9/1991 ΕλΔνη 33 σελ 1429).

Με την διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, παύει να υπάρχει κοινός οίκος» και «οικογενειακές ανάγκες» και παύει συνεπώς η υποχρέωση συνεισφοράς, καθώς αυτή δεν είναι νοητή, αλλά ο σύζυγος, που διέκοψε την έγγαμη συμβίωση από εύλογη αιτία ή εγκαταλείφθηκε από τον άλλο, δικαιούται να απαιτήσει από τον άλλο σύζυγο διατροφή σε χρήμα προκαταβαλλομένη κάθε μήνα με τις ίδιες προϋποθέσεις που δικαιούνταν κατά τη διάρκεια της συμβίωσης, με τη διαφορά ότι, ενώ όταν υπάρχει συμβίωση οι υποχρεώσεις συνεισφοράς δεν συμψηφίζονται, αλλά εκπληρώνονται αθροιστικά, όταν διακοπεί η συμβίωση χωρεί ένα είδος συμψηφισμού των αμοιβαίων υποχρεώσεων για διατροφή, με την έννοια ότι δικαιούχος τελικά είναι μόνο ο σύζυγος, ο οποίος υπό τους όρους της έγγαμης συμβίωσης οφείλει τη μικρότερη συνεισφορά και στον οποίο, εφόσον διέκοψε την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία ή εγκαταλείφθηκε από τον άλλο σύζυγο, οφείλεται ως διατροφή σε χρήμα η διαφορά μεταξύ της μεγαλύτερης συνεισφοράς του άλλου και της δικής του μικρότερης συνεισφοράς (βλ. ΟλΑΠ 9/1991, ΑΠ 565/2002 ΕλΔνη 44 σελ. 438 ΑΠ 1382/2000 ΕλΔνη 42 σελ. 687, ΑΠ 1723/2003 ΕλλΔνη 45 σελ 840). Η διατροφή δηλαδή του δικαιούχου προσδιορίζεται σύμφωνα με τις ανάγκες του, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί υπό καθεστώς έγγαμης συμβίωσης συνεκτιμωμένων όμως και των νέων αναγκών που προέκυψαν με λήψη υπόψη των οικονομικών δυνάμεων – υπόχρεου από τη χωριστή διαβίωση και με συσχετισμό των εκατέρωθεν οφειλομένων συμβολών στην αντιμετώπιση των διαφορετικών αναγκών του ενός από τον άλλον (βλ. ΑΠ 1134/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 714/1984 ΕλΔνη 26 σελ. 431).

Εύλογη αιτία για τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, είναι κάθε γεγονός, ανεξάρτητα από υπαιτιότητα του υπόχρεου συζύγου, το οποίο, όμως αντικειμενικά δικαιολογεί τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης (βλ. ΑΠ 804/1994 ΕλΔνη 37 σελ. 98), ο δε τρόπος με τον οποίο επέρχεται η διάσπαση (εγκατάλειψη ή αποπομπή) δεν ενδιαφέρει. Η εύλογη αιτία μπορεί να οφείλεται σε υπαιτιότητα του ενός από τους συζύγους ή και των δύο (βλ. ΑΠ 1031/1993 ΕΕΝ 1994. 612). Κατά την αληθινή έννοια του όρου αυτού, εύλογη αιτία υπάρχει στην περίπτωση, κατά την οποία συντρέχουν περιστατικά και εν γένει συνθήκες, από τα οποία δύναται να ιδρυθεί υπέρ του διακόψαντος τη συμβίωση και ζητούντος τη διατροφή σε χρήμα συζύγου ο από το άρθρο 1439 παρ. 1 ΑΚ λόγος διαζυγίου για ισχυρό κλονισμό της έγγαμης σχέσης, για τον οποίο πλέον δεν απαιτείται υπαιτιότητα, και ακόμα στην περίπτωση που συντρέχουν περιστατικά και συνθήκες, υπό τα οποία και όταν αυτά δεν είναι ικανά προς ίδρυση του ως άνω λόγου διαζυγίου, η αξίωση του υποχρέου, προς παροχή της ζητούμενης από τον άλλο σύζυγο διατροφής για συμβίωση παρίσταται ως κατάχρηση δικαιώματος (βλ. ΑΠ 1659/2003 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 565/2002 ΕλΔνη 2003 σελ. 438, ΑΠ 1118/1999 ΕλΔνη 2003 σελ. 733). Σε αυτή τη περίπτωση ο σύζυγος που είναι υπόχρεος σε διατροφή του άλλου απαλλάσσεται από την υποχρέωση αυτή, όταν η διάσπαση επήλθε για λόγους που αποκλειστικά ανάγονται στο πρόσωπο του δικαιούχου, ο οποίος διακόπτει τη συμβίωση από ίδια πρωτοβουλία και υπαιτιότητα παρά την αντίθετη θέληση του υπόχρεου που επιθυμεί την εξακολούθηση της (βλ. ΕφΠειρ 570/2014 ΝΟΜΟΣ).

Το άρθρο 5 του Ν. 4356/2015, που όριζει σχετικά με το σύμφωνο συμβίωσης αναφέρει πως: «Στις προσωπικές σχέσεις των μερών του συμφώνου μεταξύ τους εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για τις σχέσεις των συζύγων από το γάμο, εφόσον δεν υπάρχει διαφορετική ειδική ρύθμιση στον παρόντα ή άλλο νόμο. Στις μη προσωπικές σχέσεις των μερών μεταξύ τους εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για τις σχέσεις των συζύγων από το γάμο, εκτός αν τα μέρη τις ρυθμίσουν διαφορετικά κατά τη σύναψη του συμφώνου με βάση τις αρχές της ισότητας και της αλληλεγγύης. Τα μέρη δεν μπορούν να παραιτηθούν από την αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα πριν από τη γέννησή της». Με βάση λοιπόν τα ανωτέρω, εκτός αν τα μέρη έχουν ορίσει διαφορετικά, στο σύμφωνο συμβίωσης ισχύει, αναφορικά με τις περιουσιακές σχέσεις των συντρόφων, ό,τι και για του συζύγους από γάμο.

You might be interested in …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *