Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 370Α παράγραφος 2 του Ποινικού Κώδικα, καθορίζεται ρητά ότι: «2. Όποιος παρακολουθεί αθέμιτα με τη χρήση ειδικών τεχνικών μέσων ή καταγράφει σε υλικό φορέα προφορική συνομιλία τρίτων που δεν λαμβάνει χώρα δημόσια ή αποτυπώνει σε υλικό φορέα μη δημόσια πράξη άλλου προσώπου, τιμωρείται με ποινή κάθειρξης έως δέκα (10) ετών».
Πιο συγκεκριμένα, η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος που προβλέπεται στο άρθρο 370Α παράγραφος 2 εδάφιο πρώτο του Ποινικού Κώδικα, περιλαμβάνει τρεις τρόπους τέλεσης: i) παρακολούθηση προφορικής συνομιλίας τρίτων με τη χρήση ειδικών τεχνικών μέσων, ii) καταγραφή της προφορικής συνομιλίας τρίτων σε υλικό φορέα και iii) αποτύπωση σε υλικό φορέα μη δημόσιας πράξης άλλου προσώπου [βλ. Αριστοτέλης Χαραλαμπάκης, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, τόμος δεύτερος (άρθρα 235-473), σελ. 2965, Μιχαήλ Μαργαρίτης – Άντα Μαργαρίτη, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία-Εφαρμογή, έκδοση 4η, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2020, σελ. 1078, παρ. 9].
Η διάταξη αυτή, η οποία θεσπίστηκε στο πλαίσιο της γενικότερης προστασίας της ανθρώπινης προσωπικότητας που απορρέει από τα άρθρα 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 9Α και 19 του Συντάγματος, αποσκοπεί στην προστασία της προσωπικής και ιδιωτικής ζωής. Η απαγόρευση της αθέμιτης μαγνητοσκόπησης αφορά πράξεις ή εκφράσεις της προσωπικής και ιδιωτικής ζωής τρίτων που μπορούν να πλήξουν την προσωπικότητα και να μειώσουν την αξιοπρέπειά τους. Σε διαφορετική περίπτωση, το αδίκημα δεν συντελείται (ΑΠ 1026/08 ΠοινΔ 2008.1542) [βλ. Μιχαήλ Μαργαρίτης – Άντα Μαργαρίτη, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία-Εφαρμογή, έκδοση 4η, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2020, σελ. 1078, παρ. 9].
Ειδικότερα, για τη στοιχειοθέτηση του πρώτου τρόπου τέλεσης, δηλαδή της παρακολούθησης προφορικής συνομιλίας τρίτων με ειδικά τεχνικά μέσα, απαιτούνται τα εξής:
Η παρακολούθηση πρέπει να πραγματοποιείται με τη χρήση ειδικών τεχνικών μέσων και όχι απλώς με φυσική ακρόαση [Μανωλεδάκης Ι., Ερμηνεία κατ’ άρθρο των όρων του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα, 1996, σελ. 132]. Ως ειδικά τεχνικά μέσα θεωρούνται εκείνα που έχουν αποκλειστικό σκοπό την παρακολούθηση ή υποκλοπή συνομιλιών, και συνεπώς, δεν περιλαμβάνονται τα συνήθη εμπορικά αντικείμενα (π.χ. μαγνητόφωνα) […]. Παραδείγματα περιπτώσεων παρακολούθησης συνομιλιών με χρήση ειδικών τεχνικών μέσων περιλαμβάνουν την χρήση μικροπομπού (κοριού) [ΤρΕφΠατρ 1751-1752/1999 ΠοινΔικ 2000,964] και την τοποθέτηση συσκευής παρακολούθησης [ΑΠ 1489/2004 ΠοινΧρ 2005,621] [βλ. Αριστοτέλης Χαραλαμπάκης, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, τόμος δεύτερος (άρθρα 235-473), σελ. 2965].
Επιπλέον, η προφορική συνομιλία δεν πρέπει να διεξάγεται δημόσια, δηλαδή δεν πρέπει να προορίζεται από τους συνομιλητές να ακουστεί από αόριστο αριθμό ατόμων, ανεξαρτήτως του περιεχομένου της [βλ. Μιχαήλ Μαργαρίτης – Άντα Μαργαρίτη, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία-Εφαρμογή, έκδοση 4η, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2020, σελ. 1079, παρ. 10]. Για να κριθεί αν μια συνομιλία είναι δημόσια ή μη, θα πρέπει να εξετάζεται η δυνατότητα αντίληψης από τρίτους στον φυσικό χώρο της συζήτησης και αν οι συνομιλητές μπορούσαν να συγκρατηθούν στη μορφή ή στο περιεχόμενο της συνομιλίας [βλ. Αθανάσιος Κ. Κονταξής, Αντιεισαγγελέας Εφετών Αθηνών, Ποινικός Κώδικας, τόμος Β, έκδοση Γ΄, Αθήνα 2000, άρθρο 370 Α, σελ. 3135].
Όσον αφορά τον δεύτερο τρόπο τέλεσης του εγκλήματος, που αφορά την καταγραφή προφορικής συνομιλίας σε υλικό φορέα, απαιτείται:
Η αποτύπωση της προφορικής συνομιλίας, με την έννοια της καταγραφής (π.χ. ηχογράφηση ή βιντεοσκόπηση) αυτής, και η συνομιλία να μην προορίζεται για δημόσια ακρόαση, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω [βλ. Μιχαήλ Μαργαρίτης – Άντα Μαργαρίτη, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία-Εφαρμογή, έκδοση 4η, Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα 2020, σελ. 1079, παρ. 10].
Για τον τρίτο τρόπο τέλεσης, που αφορά την καταγραφή μη δημόσιας πράξης άλλου, απαιτούνται:
Η αποτύπωση της πράξης αυτής σε υλικό φορέα, με την πράξη να είναι ιδιωτική, δηλαδή να μην προορίζεται για αντιληπτότητα από αόριστο αριθμό ατόμων [βλ. Αριστοτέλης Χαραλαμπάκης, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, τόμος δεύτερος (άρθρα 235-473), σελ. 2966].
Μη δημόσια πράξη άλλου θεωρείται αυτή που δεν μπορεί (ή δεν προορίζεται κατά τη βούλησή του) να γίνει αντιληπτή από αόριστο αριθμό προσώπων [4. Κονταξής, 2000, σελ. 3134, Α. Κωστάρας, 2007, σελ. 2021,Ι. Μανωλεδάκης, 1996, σελ. 133, ο ίδιος, ΠοινΔικ 2005,726, Μ. Μαργαρίτης, ό.π., 2009, σελ. 1029, Γ. Νούσκαλης, ΠοινΔικ 2003,250, ο ίδιος, ΠοινΔικ 2004, 806 επ., Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, ΠοινΔικ 2006,1299, η ίδια, σε ΕΝΟΒΕ, 2009, σελ. 16. το κριτήριο αυτό έχει υιοθετήσει πλέον και η νομολογία, ΑΠ 785/2013, ΑΠ 53/2010 ΠοινΧρ 2011,25, ΑΠ 2165/2007 ΠοινΧρ 2008,802, ΑΠ 944/2007 ΠοινΧρ 2008, 248, ΣυμβΝαυτΘεσ 3/2008 ΠοινΧρ 2010,425]. Προς την ίδια κατεύθυνση, μη δημόσια πράξη νοείται αυτή που διεξάγεται όταν ο ομιλών ή ο πράττων λαμβάνει όλα εκείνα τα αναγκαία μέτρα, τα οποία αντικειμενικώς κρινόμενα είναι και επαρκή προκειμένου να αποκλειστεί η πρόσβαση τρίτου [Θ. Δαλακούρας, Υπέρ 1992,37, X. Νάιντος, 2010, 137].